Το ζήτημα της εξαγωγής οπλικών συστημάτων από τη Γερμανία προς την Τουρκία θέτει ο βουλευτής…
Το χαμένο στοίχημα της κυβέρνησης-ΑΡΘΡΟ ΣΤΟΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΤΑΧΥΔΡΟΜΟ
Σύμφωνα με τον αρμόδιο υπουργό κ.Χατζηδάκη, ‘’η κυβέρνηση ανεβάζει την Ελλάδα ψηλότερα’’. Η πραγματικότητα, όμως, για την ελληνική οικονομία δεν επιτρέπει πανηγυρισμούς ή εφησυχασμό. Μια οικονομία που συνεχίζει να βασίζεται κυρίως στις υπηρεσίες και την κατανάλωση, να εξαρτάται από τον τουρισμό και το real estate, χωρίς να στρέφεται σε παραγωγικούς κλάδους, όπως η μεταποίηση-βιομηχανία και ο πρωτογενής τομέας ή να δίνει έμφαση στις νέες τεχνολογίες και την καινοτομία. Είναι ενδεικτικό ότι οι δαπάνες για έρευνα και ανάπτυξη μειώθηκαν το 2023 σε σύγκριση με την προηγούμενη χρονιά, κάτι για το οποίο δεν μπορεί να πανηγυρίζει η κυβέρνηση.
Το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών παραμένει και φέτος υψηλό, οι εξαγωγές μειώθηκαν ενώ οι εισαγωγές αυξήθηκαν, με τις άμεσες ξένες επενδύσεις να μειώνονται 14% το πρώτο εξάμηνο του 2024. Αξιοσημείωτο είναι, πως κάθε χρονιά η αύξηση των επενδύσεων είναι σημαντικά μικρότερη του στόχου που θέτει ο προϋπολογισμός, ενώ η πλειονότητά τους αφορά μη παραγωγικές επενδύσεις, όπως επισημαίνει και η πρόσφατη μελέτη του ΚΕΠΕ. Ούτε αυτό επιτρέπει πανηγυρισμούς στην κυβέρνηση.
Το τραπεζικό σύστημα, το οποίο αξιολογείται θετικά από τους οίκους αξιολόγησης, επιμένει να μην επιτελεί το βασικό του ρόλο: να χρηματοδοτήσει τις ελληνικές επιχειρήσεις, οι οποίες συνεχίζουν να είναι αποκλεισμένες από την ρευστότητα. Τα χαμηλότοκα δάνεια 17,7 δις ευρώ του Ταμείου Ανάκαμψης καταλήγουν το πολύ σε 200 μεγάλες επιχειρήσεις, την ίδια στιγμή που εκατοντάδες χιλιάδες επιχειρήσεις συνωστίζονται για να διεκδικήσουν δανεισμό από ένα τραπεζικό ίδρυμα με 8% επιτόκιο, με περισσότερες από 9 στις 10 επιχειρήσεις να αποκλείονται από το σύστημα. Η όποια πιστωτική επέκταση γίνεται χωρίς πραγματικό ρίσκο για τις τράπεζες, οι οποίες εμφανίζουν αυξημένα κέρδη, χορηγώντας λιγότερα δάνεια!Η κυβέρνηση δεν κάνει κάτι για αυτό.
Η ελληνική επιχειρηματικότητα, πέρα από τον τραπεζικό αποκλεισμό, συνεχίζει νααντιμετωπίζει έλλειμμα ανταγωνιστικότητας στο κόστος ενέργειας και χρήματος, αλλά και το μη μισθολογικό κόστος, υψηλά λειτουργικά κόστη και ένα δυσθεώρητο ιδιωτικό χρέος που οδηγεί-μέσω των servicers–στη μεγαλύτερη μεταφορά εθνικού πλούτου σε ξένα συμφέροντα. Παρά τις κατά καιρούς εξαγγελίες, το Μαξίμου δείχνει αδικαιολόγητη αδράνεια.
Το ‘’δημοσιονομικό θαύμα’’ που επικαλείται η κυβέρνηση, ένα μείγμα υπερφορολόγησης και τεχνητής συγκράτησης δαπανών, δυσκολεύει κατά πολύ την πλειοψηφία της μεσαίας τάξης και της εγχώριας επιχειρηματικότητας. Η υπερβολική έμμεση φορολογία και το πάγωμα πληρωμών προσφέρονται για εντυπωσιακά πρωτογενή πλεονάσματα, αλλά επιδεινώνει την καθημερινότητα νοικοκυριών και επιχειρήσεων, αφού το δημόσιο οφείλει 3,5 δις σε προμηθευτές και επιστροφές φόρων. Αυτή, όμως, η διαχείριση δεν έχει προοπτική. Η χώρα χρειάζεται άμεσα στροφή σε ένα παραγωγικό μοντέλο που θα αξιοποιεί τα συγκριτικά μας πλεονεκτήματα και θα σταματήσει να στηρίζεται στα θεμέλια που μας οδήγησαν στην κρίση. Με στήριξη τηςμικρομεσαίας επιχειρηματικότητας,προτεραιοποίηση της παραγωγικής δραστηριότητας ανασυγκρότηση της υπαίθρου και έμφαση στην καινοτομία. Ένας εθνικός στόχος για ένα βιώσιμο μέλλον της πατρίδας μας.