Το ζήτημα της εξαγωγής οπλικών συστημάτων από τη Γερμανία προς την Τουρκία θέτει ο βουλευτής…
Ταχεία εκδίκαση φορολογικών υποθέσεων και είσπραξη των οφειλομένων φόρων από μεγαλοοφειλέτες
Είναι γνωστό ότι ένα σημαντικό κομμάτι των οφειλόμενων φόρων, αποτελείται από οφειλές για τις οποίες υπάρχει αναστολή είσπραξης, λόγω προσφυγής των οφειλετών στα δικαστήρια.
Για την ταχύτερη εκδίκαση των αντίστοιχων υποθέσεων και τον περιορισμό της χορήγησης αναστολών είσπραξης, έχουν ήδη καταβληθεί προσπάθειες επίσπευσης και με την προώθηση συγκεκριμένων νομοθετικών ρυθμίσεων.
Ειδικότερα, με το άρθρο 57 παρ. 3 του ν. 3900/2010 ορίσθηκε ότι στα διοικητικά πρωτοδικεία και στα διοικητικά εφετεία, στα οποία λειτουργούν τρία τουλάχιστον τμήματα, μπορεί να συνιστώνται, με απόφαση του τριμελούς συμβουλίου διεύθυνσης ή του προϊσταμένου του δικαστηρίου, ειδικά τμήματα για την εκδίκαση διαφορών για τους φόρους, τους δασμούς, τις εισφορές, τα τέλη και τα συναφή δικαιώματα του Δημοσίου, των ΟΤΑ και των λοιπών ΝΠΔΔ. Προβλέφθηκε μάλιστα έως το τέλος του δικαστικού έτους, κατά το οποίο εκδίδεται η παραπάνω απόφαση, η Ολομέλεια του οικείου Δικαστηρίου να τροποποιεί αναλόγως τον κανονισμό του. Κατά την πρώτη εφαρμογή, η απόφαση της Ολομέλειας για την τροποποίηση του κανονισμού λειτουργίας εκδίδεται έως το τέλος του δικαστικού έτους 2011-2012.
Επίσης, με τα άρθρα 34-40 του ως άνω νόμου περιορίσθηκαν οι λόγοι αναστολής είσπραξης των φόρων σε περίπτωση που εκκρεμεί προσφυγή ή έφεση, στο πλαίσιο του ισχύοντος συστήματος κατά το οποίο ως λόγος αναστολής προβλέπεται η ανεπανόρθωτη βλάβη, στην ουσία η οικονομική αδυναμία του οφειλέτη, ή το προδήλως βάσιμο της προσφυγής ή της έφεσης.
Παρ’ όλες αυτές τις ρυθμίσεις και τις προσπάθειες επίσπευσης στην εκδίκαση των εκκρεμών υποθέσεων, δεν φαίνεται να έχουμε τα προσδοκώμενα αποτελέσματα.
Ειδικά σήμερα, που οι συνεπείς φορολογούμενοι υφίστανται βαρειές και σκληρές θυσίες για να αυξηθούν τα δημόσια έσοδα, δεν νοείται οι μεγαλοοφειλέτες να εκμεταλλεύονται το ισχύον θεσμικό πλαίσιο αναστολής της είσπραξης μέσω της προσφυγής τους στη Δικαιοσύνη, ούτε και τις συχνά σημαντικές καθυστερήσεις στην εκδίκαση των αντίστοιχων υποθέσεων από τα αρμόδια δικαστήρια, με συνέπεια να περνούν χρόνια ολόκληρα, μέχρι να εισπραχθούν σημαντικότατα ποσά ληξιπρόθεσμων οφειλών από φόρους.
Εύλογο μέτρο αντιμετώπισης του συγκεκριμένου προβλήματος θα ήταν η θεσμοθέτηση της κατά προτεραιότητα και τάχιστης εκδίκασης από τα δικαστήρια, εντός μέγιστης προθεσμίας 5 μηνών, όλων των προσφυγών που αφορούν φορολογικές υποθέσεις για ληξιπρόθεσμες οφειλές σημαντικών ποσών προς το Δημόσιο. ‘Ετσι, δεν θα περιμένουμε χρόνια μέχρι να εκδικαστούν οι υποθέσεις αυτές, για να μπορέσουν στη συνέχεια να εισπραχθούν τα οφειλόμενα, όπως δυστυχώς συμβαίνει μέχρι σήμερα.
Η αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής και η επιτυχία των λαμβανόμενων μέτρων δημοσιονομικής προσαρμογής προϋποθέτει δίκαιο επιμερισμό των βαρών μεταξύ των φορολογούμενων, η δε προάσπιση των αρχών της δίκαιης δίκης πρέπει να λαμβάνει υπ’ όψιν την ανάγκη του κατεπείγοντος των εισπράξεων και την εξυπηρέτηση ενός μείζονος, σήμερα, δημόσιου και εθνικού συμφέροντος.
Η ταχεία είσπραξη των οφειλόμενων φόρων, που αφορούν υποθέσεις οι οποίες εκκρεμούν στα δικαστήρια, είναι απόλυτα συνυφασμένη με την κατάσταση έκτακτης ανάγκης στην οποία βρίσκεται η χώρα, αλλά και με την απόλυτα δικαιολογημένη απαίτηση των πολιτών να συμμετέχουν όλοι στα φορολογικά βάρη, ανάλογα με την πραγματική τους φοροδοτική δυνατότητα. Διαφορετικά, ό,τι δεν εισπράττεται από τους μεγαλοοφειλέτες και τους φοροφυγάδες καταλήγει να επιβαρύνει επιπλέον και άνισα τους συνεπείς φορολογούμενους.
Με βάση τα ανωτέρω, ερωτώνται οι κ.κ. Υπουργοί:
1. Σε τι ποσά ανέρχονται οι οφειλόμενοι φόροι, που εκκρεμούν μέχρι σήμερα στα δικαστήρια;
2. Προτίθενται να νομοθετήσουν την κατά προτεραιότητα εκδίκαση φορολογικών υποθέσεων, τουλάχιστον αυτών που αφορούν σε σημαντικά ποσά οφειλόμενων φόρων, λ.χ. άνω των 150.000 ευρώ, εντός αποκλειστικής προθεσμίας 5 μηνών;
3. Τι άλλα μέτρα προτίθενται να λάβουν για την ταχεία εκδίκαση των σχετικών υποθέσεων και για την άμεση είσπραξη των αντίστοιχων οφειλόμενων φόρων;
Αριθμός Πρωτοκόλλου: 1643